Η άγνοια πολλών αναγνωστών μας γύρω από το θέμα των αναγκαστικών κατοχικών δανείων των Γερμανοϊταλικών δυνάμεων κατοχής της περιόδου 1941 – ’44, από την κατεχόμενη Ελλάδα, καταδεικνύει εκτός από άγνοια και κατ’ ελάχιστον σύγχυση περί των ελληνικών αξιώσεων έναντι της Γερμανίας.

Αιτία, το δημοσίευμά μας της περασμένης εβδομάδας που καλούσε γερμανιστί την Μέρκελ να εξοφλήσει η Γερμανία τις δανειακές της υποχρεώσεις, προς τη χώρα μας, αν θέλει να είναι αξιόπιστη και πολιτισμένη χώρα.

Δεχθήκαμε τηλεφωνήματα από αναγνώστες για διευκρινίσεις και επιβεβαιώσεις.

Δεν είναι δυνατόν στην έκταση που μπορεί να διαθέσει μια εφημερίδα, να εκτεθεί και να τεκμηριωθεί ένα τόσο τεράστιο ζήτημα σύνθετο, όπου εμπλέκονται το Διεθνές Δίκαιο, το Δίκαιο του πολέμου και σχετικές διεθνείς Συνθήκες, όπως της Χάγης του 1907, Οικονομικές και χρηματοπιστωτικές παράμετροι ισοτιμιών, αποπληθωρισμού, επιτοκίων και ανατοκισμού.

Πληροφορούμε λοιπόν τους αναγνώστες μας ότι υπάρχουν σωρεία δημοσιευμάτων και βιβλίων που αναφέρονται στο θέμα, όπως του Σωτ. Γκοτζαμάνη (Υπουργού Οικονομικών της κατοχικής Κυβέρνησης), του Γ. Τσολάκογλου (πρώτου κατοχικού Πρωθυπουργού), Απομνημονεύματα του Λογοθετόπουλου επίσης κατοχικού πρωθυπουργού, του καθηγητή Μ. Ηλιαδάκη, ειδικού ερευνητή, του ήρωα Μανώλη Γλέζου, του καθηγητή Αγγ. Αγγελόπουλου και πολλών άλλων.

Εμείς εδώ θ’ αποτολμήσουμε μια όσο το δυνατόν πιο συνοπτική αποτύπωση του αναμφισβήτητα υπαρκτού θέματος, αφού ακόμη και ο Γεώργιος Ανδρέα Παπανδρέου το είχε αναγνωρίσει στη Βουλή το 2010, αλλά είχε θεωρήσει(!) ότι δεν ήταν “σκόπιμο να το θέσουν τώρα”!!! (Σ.Σ. ομολογώ ότι, το IQ μου, η διανοητική μου οξύτητα δεν μου δίνει τη δυνατότητα ν’ αντιληφθώ το πολύπλοκον και ιδιοφυές των διπλωματικών ελιγμών της “υψηλής” ελληνικής διπλωματίας, που δεν θεωρεί “σκόπιμο”, τώρα που πνιγόμαστε, να ζητήσουμε αυτά που μας χρωστάνε οι... δανειστές μας, όταν αυτοί, για πολύ λιγότερα, “ζητάνε τη μάνα τους και τον πατέρα τους”. Ζητάνε στην πραγματικότητα να ανασκολοπίσουν έναν λαό, πάνω στον οποίο ήδη ασελγούν. Ντρέπομαι για τον δυτικό ιδιαίτερα κόσμο, την πολιτισμένη Ευρώπη. Ντρέπομαι περισσότερο για τους πολιτικούς μας “ηγέτες”. Ντρέπομαι για το ναρκωμένο τμήμα του λαού μας. Δεν θέλω να πεθάνω μ’ αυτήν την αίσθηση).

Μετά την παρένθεση αγανάκτησης επανέρχομαι στο σύντομο ιστορικό του αναγκαστικού κατοχικού δανείου, για να ξέρετε γιατί πληρώνουμε “χαράτσια”, για να σώσουμε τις τράπεζες, το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και τη διεθνή οικονομία, κι απ’ την άλλη να κερδίζει η Γερμανία μόνο από τη διαχείριση της κρίσης, πάνω από 60 δις €.


Συνειδητοποιείτε τί είναι ένα δις; Είναι 1.000 εκατομμύρια.

Και κάθε εκατομμύριο 1000 χιλιάρικα ευρώ!

Τώρα σώζουμε τις τράπεζες και τους δανειστές τοκογλύφους. Τότε, το 1941-44 δεν καλοταΐζαμε μόνο τα γερμανοϊταλικά στρατεύματα κατοχής, αλλά χρηματοδοτούσαμε, δανείζαμε - με το ζόρι - και ταΐζαμε τα στρατεύματα του Ρόμελ στη Λιβύη.

Η« γερμανική απαίτηση για υψηλή κεφαλαιοδότηση από την Ελλάδα ήταν ανελαστική και είχε προκαλέσει τις έντονες αντιδράσεις ακόμα και της κατοχικής κυβέρνησης Τσολάκογλου που απειλούσε με παραίτηση. Παράλληλα ο Μουσολίνι όπως και ο Γερμανός πληρεξούσιος για την Ελλάδα, Γκύντερ Αλτενμπουργκ πίεζαν το Βερολίνο να μειώσει τα έξοδα κατοχής για την Ελλάδα.

Το πρόβλημα των μοναδικά υπέρογκων δαπανών κατοχής συνόδευε η “παντός αγαθού” λεηλασία του τόπου, φυσικό επακόλουθο της οποίας ήταν ο λιμός1».

Το πρόβλημα του λιμού που επακολούθησε απασχόλησε την ιταλο¨γερμανική Δημοσιονομική Συνδιάσκεψη εμπειρογνωμόνων από τον Ιανουάριο μέχρι το Μάρτιο του 1942, στη Ρώμη. Μπροστά στην γερμανική επιμονή για εξαντλητική κεφαλαιοδότηση εκ μέρους της Ελλάδας, κατά παρέκκλιση της Συνθήκης της Χάγης του 1907 (δίκαιο του πολέμου), ο Ιταλός τραπεζίτης και οικονομικός πληρεξούσιος της Ιταλίας Ντ’ Αγκοστίνι, πρότεινε τη λύση του δανείου (δανεικά κι αγύριστα).

 

Η δανειακή σύμβαση

 Η σχετική δανειακή συμφωνία υπογράφηκε στις 14/3/1942 μόνο από τους “δανειολήπτες”· τον πληρεξούσιο της Γερμανίας Αλτενμπουργκ και Γκίτζι της Ιταλίας, απουσία του ...”δανειστή”, δηλαδή της Ελλάδας, στην οποία γνωστοποιήθηκε με ρηματική διακοίνωση του Αλτενμπουργκ (160/23.3.1942) και σημείωμα του Γκίτζι (αρ. 4/6406/461/23.3.1942). Η ελληνική κυβέρνηση αναγκάστηκε απλά να την αποδεχθεί και να διατάξει την Τράπεζα της Ελλάδος να την εκτελέσει.

Τι έλεγε η αρχική σύμβαση (γατί ακολούθησαν δύο τροποποιήσεις):

Η Ελλάδα υποχρεούται να καταβάλλει έξοδα κατοχής κατά μήνα 1,5 δισεκατομμύριo δραχμές (άρθρο 2).

[Υπ’ όψιν ότι το μέσο ημερομίσθιο το 1938 ήταν μισό δολλάριο, δηλαδή 50-60 δρχ., αφού η ισοτιμία του δολλαρίου ήταν 110 δρχ.]

― Οι αναλήψεις, από τη Γερμανία και Ιταλία, από την Τράπεζα της Ελλάδος (Τ.τ.Ε) πέραν αυτού του ποσού, θα χρεώνονται ως άτοκο δάνειο, σε δραχμές (άρθρο 3).

― Η επιστροφή θα γινόταν αργότερα (άρθρο 4).

― Η συμφωνία είχε αναδρομική ισχύ, από 1/1/1942 (άρθρο 5). Ηταν μια συμφωνία μεταξύ της Γερμανίας και Ιταλίας και για την Ελλάδα, ως κατεχόμενη χώρα, ήταν υποχρεωτικά εκτελεστή, δηλαδή αναγκαστική.

Με εντολή του Υπουργού Οικονομικών Σ. Γκοτζαμάνη (409/2.4.42) η Τ.τ.Ε. άρχισε να καταβάλλει τις δανειακές “προκαταβολές”.

Η παραπάνω συμφωνία τροποποιήθηκε τρεις φορές, μετατρέποντας την αρχική σύμβαση σε συμβατική.

― Με την πρώτη τροποποίηση (2.12.42) ορίζεται ότι τα δανεικά ποσά είναι αναπροσαρμοζόμενα και θ’ άρχιζαν να επιστρέφονται από τον Απρίλιο του 1943 (άρθρο β’, § 2 & 3)3.

Κατεβλήθησαν μάλιστα και δύο δόσεις του δανείου. Μετά σταμάτησαν να καταβάλουν τις δόσεις τους, οπότε το άτοκο δάνειο μετετράπη σε έντοκο λόγω υπερημερίας.

Και οπωσδήποτε από τη λήξη του πολέμου (1945 ή 1946 έστω - συνδιάσκεψη των Παρισίων).

Το ύψος του δανείου κατά την ΤτΕ ανέρχεται (δίχως τους τόκους) σε 227.940.201 εκατ. δολλάρια το 1944 και κατά τον Αλτενμπουργκ 400 εκατομμύρια μετακατοχικά μάρκα. Με τις αναπροσαρμογές και τους τόκους ανέρχεται σε κάποιες δεκάδες - ή εκατοντάδες - δις ευρώ. Επομένως το κατοχικό δάνειο είναι συμβατικό σταθερού νομίσματος και από τον Απρίλιο του 1943 ή έστω του ‘46 έντοκο. Αποτελεί συμβατική υποχρέωση της Γερμανίας έναντι της Ελλάδας και όχι επανορθωτική. Ως τέτοια δεν εντάσσεται στη συμφωνία του Λονδίνου 1953 που αναστέλει την καταβολή των επανορθώσεων και αποζημιώσεων, βάζοντας τη ρήτρα ανάπτυξης”.

 

Η διεκδίκηση του δανείου

 Να τονίσουμε πρώτα - πρώτα ότι η Ιταλία εξόφλησε τις δανειακές της υποχρεώσεις προς την Ελλάδα, ενώ ο μπαταχτζής, ο φεσαδόρος και θρασύτατος συναλλασσόμενος “εταίρος” είναι η Γερμανία. Δεν πληρώνει τις συμβατικές της υποχρεώσεις και εισπράττει με τον πλέον ιταμό τρόπο. Αυτό όμως, ως προς την Ελλάδα. Γιατί η δυτική Γερμανία της Βόννης εξόφλησε τα χρέη της προς τις “κομμουνιστικές” τότε χώρες της Γιουγκοσλαβίας, το 1956 και Πολωνία, το 1971. Αυτό τί αποδεικνύει; Την ανικανότητα και την ενδοτικότητα, αν μη τι άλλο, των ελληνικών κυβερνήσεων.

Μ’ όλα ταύτα η ελληνική πλευρά δεν έπαψε ποτέ να θέτει με τον έναν ή άλλον τρόπο το θέμα, ακόμα από το 1945 κι εντεύθεν με τους εξής χαρακτηριστικούς σταθμούς:

Το 1964 με τον Αγγελο Αγγελόπουλο, ως εκπρόσωπο της ελληνικής κυβέρνησης (Γεωργίου Παπανδρέου). Σημειώνουμε ότι ο καθηγητής Αγγ. Αγγελόπουλος έχει επανειλημμένα θέσει και υπολογίσει με μετριότατους υπολογισμούς το κατοχικό δάνειο. Σε συνέντευξή του μάλιστα στον 902 t.v. στις 4.1.1992, το υπολόγιζε στα 15 δις4.

Το 1965 με τον Ανδρέα Παπανδρέου, ως εκπρόσωπο της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου.

Το 1966 στις ελληνογερμανικές συνομιλίες στην Αθήνα. Τότε οι “σοβαροί” Γερμανοί μάς φλόμωσαν στο ψέμα. Στην αρχή ισχυρίστηκαν ότι είχε παραιτηθεί από τις απαιτήσεις μας εγγράφως ο Κων/νος Καραμανλής. Στη συνέχεια ισχυρίστηκαν ότι το είχε κάνει προφορικά και τέλος με ρηματική διακοίνωση, η Γερμανία αναγκάστηκε στις 31/3/67 να παραδεχθεί ότι δεν υπήρξε παραίτηση Καραμανλή.

Ο αρχικός ισχυρισμός των Γερμανών φαίνεται να συναρτάται με μια ύπουλη προσπάθεια υφαρπαγής της παραιτήσεως σε μια δανειακή σύμβαση, που συνήψαμε το 1958. Εβαλαν στη γραπτή συμφωνία ότι η Ελλάς παραιτείται των αξιώσεών της, αλλά ο πρεσβευτής μας στη Βόννη, το πήρε μυρωδιά και διέγραψε τον σχετικό όρο.

Το 1974 το ανακίνησε ο Ζολώτας.

Το 1991 ο Αντώνης Σαμαράς, ως Υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Μητσοτάκη έθεσε το θέμα στον ομόλογό του Υπ. Εξωτερικών της ενωμένης πλέον Γερμανίας Χ. Ντ. Γκένσερ, που είχε επισκεφθεί την Αθήνα για να βραβευθεί(!) απ’ το Ιδρυμα Ωνάση, κι εκείνος ιταμότατα του απάντησε χωρίς περιστροφές ότι “για τη Γερμανία δεν υφίσταται τέτοιο θέμα”4 την απάντηση αυτή αποκάλυψε στη Βουλή ο ίδιος ο Μητσοτάκης (26.4.1991), απαντώντας σε σχετική παρέμβαση του Ανδρέα Παπανδρεόυ.

Ο ίδιος ο καγκελάριος Χ. Κολ., ένα μήνα αργότερα στις 26.5.1991 σε μια “στημένη” συνέντευξή του στη γερμανική τηλεόραση δήλωσε: «Η Ελλάδα δεν έχει πλέον δικαίωμα να αξιώνει από τη Γερμανία την πληρωμή του κατοχικού δανείου και την καταβολή των πολεμικών επανορθώσεων, γιατί με μυστικά πρωτόκολλα και με μυστικές συμφωνίες που υπέγραψε η κυβέρνησή της το 1958 (κυβέρνηση Κ. Καραμανλή) έχει παραιτηθεί όλων αυτών των αξιώσεων» (σ.σ. επαναφέρει δηλαδή αυτά που είχε διαψεύσει η Γερμανία με ρηματική διακοίνωση στις 31.3.1967).

Κατά καιρούς το θέμα έχει τεθεί σ’ όλους τους τόνους (όχι αρκετά έντονους και επίμονους, είναι η αλήθεια) από πολλούς. Τις αιτιάσεις Κολ τις διέψευσε η Προεδρεία της Δημοκρατίας (Κ. Καραμανλής), ενώ ο Μητσοτάκης σιώπησε.

Το ΚΚΕ επανειλλημένα έχει θέσει το θέμα στο Κοινοβούλιο, και το ΠΑΣΟΚ ως αντιπολίτευση δυο φορές, παραδέχεται ο “Ριζοσπάστης”4, ο οποίος συμπληρώνει: Ο Κ. Μητσοτάκης είχε δηλώσει στη Βουλή ότι για τις επανορθώσεις θα κάνει η Ελλάδα ό,τι και οι άλλες χώρες, αλλά για το θέμα του δανείου που δεν έχουν οι άλλες χώρες “θα κάνει ό,τι μπορεί” (Πρακτικά Βουλής 26.4.1991). Δεν έκανε όμως τίποτα.

Κι εκείνος που δεν είναι ικανός και κάνει τίποτα τί είναι; Ανίκανος, λέμε εμείς, ή ανήμπορος λόγω τις οίδε, ποιών δεσμεύσεων. Ας πάνε λοιπόν σπίτι τους. Είναι εξυπνότερο αν το κάνουν οικειοθελώς.

Κι ας αναλάβει ο οιοσδήποτε “εγώ”, που δεν έχει δεσμεύσεις, δεν μπορούν να τον εκβιάσουν, δεν αποβλέπει σε οποιοδήποτε μικρό ή μεγάλο όφελος και ΔΕΝ λογαριάζει τη ζωή του· έχουμε παραδείγματα στην ιστορία μας.

Αυτοί λοιπόν οι “εγώ” δεν έχουν τελειώσει. Απλά, δεν είναι κομπραδόροι, είναι σεμνοί.


skitso

 


1. Τάσου Μηνά Ηλιαδάκη, πολιτειολόγος, Δρ. Κοινωνιολογίας, καθηγητής Σ.Ε.Α. “Το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο στους Γερμανούς και το ιστορικό της διεκδίκησής του”.

2. “ΡΙζοσπάστης” 5.2.1995, σελ. 34.

3. Τ. Ηλιαδάκης, αυτόθι ως ανωτέρω.

4. “ΡΙζοσπάστης”, αυτόθι ως ανωτέρω.


 

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ

Το “σπαρτάρισμα” της βαρβαρότητας

Δεν ασχολήθηκα στο παρόν κείμενο με τις αποζημιώσεις για τις καταστροφές που επέφεραν οι Γερμανοί, οι οποίες είναι ανυπολόγιστες, γιατί μιλάμε για ένα καθαρό υποχρεωτικό δάνειο που πήραν με το έτσι θέλω οι Γερμανοί.

Ομως αξίζει να παρουσιάσουμε μία παράγραφο για τις καταστροφές από το βιβλίο του Κων/νου Δοξιάδη με τίτλο “Οι θυσίες των Ελλήνων στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο”, Αθήναι 1946, σειρά εκδόσεων του Υφ. Ανοικοδομήσεων αρ.9.

«Μία από τις τόσες και τόσες καταστροφές της Χώρας είναι και το κλείσιμο του Ισθμού της Κορίνθου. Οι Γερμανοί στις παραμονές ακόμα της οριστικής αποχωρήσεώς τους, ανετίναξαν τα πρανή και την μεγάλη σιδηροδρομική γέφυρα, βύθισαν πλοία και πλωτά γεφύρια στα στόμια του Ισθμού, έριξαν βαγόνια σιδηροδρομικά, πόντισαν νάρκες, έκαναν το παν για να αχρηστεύσουν για όσο περισσότερο καιρό ήταν δυνατόν τη μοναδική διώρυγα της Χώρας».

 

Προτεινόμενο Video

Διαφήμιση

Επισκέπτες σε σύνδεση

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 346 guests και κανένα μέλος