Κάτι  το ιδιαίτερο συμβαίνει  με την  Ελλάδα. Γεωγραφικά συνορεύουσα με Ανατολή και Δύση, πήρε  ήθη και έθιμα, πολιτισμούς  και συνήθειες κακές  και καλές και από τις δύο μεριές. Αν βάλεις τώρα και τα τετρακόσια χρόνια  της τελευταίας σκλαβιάς, τότε θα ιδείς πως  η πλάστιγγα  βαραίνει ανατολικά.
Τα διακόσια περίπου χρόνια λευτεριάς,  δεν φτάσανε  να μας  βάλουνε και πνευματικά στη Δύση. Μας βάλανε μόνο φράγκικα παντελόνια και φορεσιές και εμείς πήραμε ό,τι κακό είχανε, γιατί το κακό το παίρνεις εύκολα. 
Έτσι έγινε  και με την απόφαση  να μπούμε  στο Κτηματολόγιο. Επιπόλαιοι στην οργάνωση  και ανεπαρκείς στη γνώση του αντικειμένου, νομίσαμε ότι τα ξέρομε όλα...

ΕΘΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ

Ελεύθεροι σε κατάσταση  πολιορκίας


Κάτι  το ιδιαίτερο συμβαίνει  με την  Ελλάδα. Γεωγραφικά συνορεύουσα με Ανατολή και Δύση, πήρε  ήθη και έθιμα, πολιτισμούς  και συνήθειες κακές  και καλές και από τις δύο μεριές. Αν βάλεις τώρα και τα τετρακόσια χρόνια  της τελευταίας σκλαβιάς, τότε θα ιδείς πως  η πλάστιγγα  βαραίνει ανατολικά.

Τα διακόσια περίπου χρόνια λευτεριάς,  δεν φτάσανε  να μας  βάλουνε και πνευματικά στη Δύση. Μας βάλανε μόνο φράγκικα παντελόνια και φορεσιές και εμείς πήραμε ό,τι κακό είχανε, γιατί το κακό το παίρνεις εύκολα. 


Έτσι έγινε  και με την απόφαση  να μπούμε  στο Κτηματολόγιο. Επιπόλαιοι στην οργάνωση  και ανεπαρκείς στη γνώση του αντικειμένου, νομίσαμε ότι τα ξέρομε όλα.  Χωρίς να διαβάσομε και χωρίς να λάβομε υπ΄όψιν την θερμή ψυχοσύνθεση ενός λαού, αποφασίσαμε και διατάξαμε, εν μέσω θέρους και διακοπών  και εντός καθορισμένου  μικρού χρόνου. Διατάξαμε ως συνήθως την “αγέλη’’,   να δώσει δείγματα υποτελείας και υποταγής. Και η “αγέλη” με σκυφτό το κεφάλι, μπήκε στο μαντρί  για τη διαδικασία του κτηματολογίου, όταν ακόμη και οι αρμόδιοι δεν ήξεραν καλά καλά, τα προς λύση προβλήματα που θα ανεφύοντο. Τα  στείρα κανάλια  χαρούμενα και αυτά που  είχαν αναπάντεχα βρει δουλειά, έσπευσαν στους τόπους εκτέλεσης.


Πρωί πρωί λοιπόν, στα αρμόδια γραφεία κτηματολογίου για τη Γλυφάδα.

Ιδρωμένα κορμιά, ασπρομάλληδες άνδρες και γυναίκες σωριασμένοι επάνω  σε ασθμαίνουσες από το βάρος βακτηρίες. Όρθιοι, συνωστίζονται μπροστά σε μια κλειστή πόρτα. Από πάνω στο κεφαλόπορτο, ένας φωτεινός αριθμός δειγματολογικός της πρέπουσας σειράς των εισερχομένων, που μένει σταθερός και αγύριστος, σαν τις κεφαλές των  εκάστοτε ιθυνόντων. Καταγράφει και  ζεί, μόνο το παρελθόν. Για δυό ώρες,  παραμένει ο ίδιος. Δεν αλλάζει. Το γιατί, κανείς δεν ξέρει, κανείς δεν εξηγεί.

Εμείς έξω από την πόρτα, κάθιδροι περιμένομε “τους βαρβάρους” να μας δώσουν το χαρτάκι, με τον αριθμό της σειράς προτεραιότητας.   Αλλά οι βάρβαροι δεν έρχονται, δεν ανοίγουν την θύρα.

Γύρω μας, στα πέριξ, επί τα εντός και εκτός της μακρόστενης αίθουσας -λείψανο και αυτή ενδεικτικό των πάλαι ποτέ ολυμπιακών εγκαταστάσεων -  βλέπω και χαρούμενα πρόσωπα.  Άλλοι καθισμένοι,  άλλοι  όρθιοι,  κραδαίνουν  και  επιδεικνύουν υπερήφανα  το περιπόθητο χρωματιστό χαρτάκι, που φέρει τον επιζητούμενο αριθμό προτεραιότητας. Σε αυτό υπερέχουν από εμάς και το υπόλοιπο  “ανάριθμο” πλήθος.

Κολλητά στον αριθμό, διακρίνω ένα  γράμμα του λατινικού αλφαβήτου.

Αυτό το λατινικό γράμμα, επισημαίνει τις εκατοντάδες.

Άς είναι. Το χαρτάκι αυτό, οι χαρούμενοι τυχεροί,  το έχουν πάρει από τα ξημερώματα. Αυτοί δεν “στάθηκαν μωραί παρθένοι” σαν και εμάς. Αλλά και αυτοί περιμένουν  υπομονετικά. Δεν άρχισαν ακόμη να μπαίνουν - και κοντεύει μεσημέρι.

Γιατί από το πρωί - λένε - γίνεται εκκαθάριση   των υπολειμμάτων της χθεσινής ημέρας.

Η πόρτα ανοίγει κατά διαστήματα. Προβάλλει η κεφαλή  του εξουσιαστή της πόρτας και ακούγεται να ερωτά «Είναι κανείς από χθές;»  Αλλά κανείς δεν φανερώνεται, κανείς δεν μπαίνει, κανείς δεν βγαίνει. Μόνο κατά διαστήματα ορώνται  κάποιοι ή μάλλον κάποιες με υπο μάλης, δηλαδή κάτω από τις μασχάλες τους, να κρατούν στοίβες από φουσκωμένους φακέλους και να εισέρχονται αναιδώς.

«Ποιοί είναι;» ερωτάμε. «Αυτοί έχουν κλεισμένο ραντεβού». μας λένε.

«Τι θα πεί  ραντεβού. Γιατί όχι και εγώ, γιατί να μην έχει και η κυρτωμένη από τα χρόνια κυρία, που σέρνεται στο μπαστούνι της;»  Μερικοί  λένε, πως είναι αυτοί που έχουν πολλά διαμερίσματα. Πάλι δηλαδή η ταξική διάκριση. Άλλοι πάλι λένε πως αυτοί είναι από ιδιωτικά γραφεία. Να και η διαπλοκή συμπληρώνω εγώ.

Η πόρτα ανοιγοκλείνει μερικές φορές ακόμα, στο γνωστό ανούσιο ρυθμό. Ο υπερκείμενος της θύρας φωτεινός αριθμός, παραμένει σταθερός και ο εξουσιαστής της, σιωπηλός και βλοσυρός. Σε τι του φταίμε, δεν καταλαβαίνω.  Σε κάποια στιγμή ξυπνάμε. Πως το λένε επιστημονικά, αφυπνιζόμαστε  και ξεσπάμε.  Απαιτούμε κάποια απάντηση. Τι γίνεται, θα μας δώσει  αριθμό; Να μας το πει επιτέλους για να πάμε στις δουλειές μας. Και τι γίνεται πίσω από την κλειστή ταφόπετρα;  Γιατί δεν μας αφήνει να επιστατούμε,  να “ορώμε”, τα εντός του ναού τεκταινόμενα;

Εκείνος δεν απαντά. Το πλήθος έχει πια εκνευριστεί· βρίσκεται στα πρόθυρα της έκρηξης,  οπότε ακούγεται η κραυγή: «Τι τον ρωτάτε φτάνει πια, σπάστε την πόρτα».  «Όλοι μέσα» ωρύομαι κι εγώ. Η συχωρεμένη η μάνα μου έλεγε “οργή λαού, οργή θεού”.

Το πλήθος μεταμορφωμένο σε άλογο όχλο, “μπούκαρε”. Οι υπάλληλοι έντρομοι, εγκατέλειψαν τα γραφεία τους και αποσύρθηκαν στις γωνίες.

Και τότε «΄Ω του θαύματος!»

Καλλίκορμη νεανίδα, παρουσιάστηκε ελαφρώς ριγούσα  εκ του τρόμου  προβάλουσα το αριθμοδοτήριο μηχάνημα: «Ησυχάστε», δήλωσε, «δίνω  αριθμούς». Εκείνη τη στιγμή το “ωρολόγιον”,   εσήμαινε την 12η μεσημβρινή. Και έτσι πήρα και εγώ το 20 D… Αυτό θα πει, πως μπροστά από εμένα, προηγείτο το Α το Β και το C, συν τα υπολείμματα της προηγουμένης, συν οι αριθμοί οι πρωινοί. «Τέλος πάντων σκέφτηκα, αυτό είναι μια καλή  αρχή». Και πραγματικά όλοι ανακουφιστήκαμε, όταν ήρθε  η διαβεβαίωση.  «Θα σας περάσομε όλους σήμερα!.»


Γύρω στις 6 το απόγευμα, άνοιξε η πόρτα και για μένα.

Μέσα στα γραφεία, οι υπάλληλοι, κύριοι και κυρίες, εντεταλμένοι για την διεκπεραίωση στη θεώρηση και ηλεκτρονική καταγραφή ήταν ομολογουμένως πολύ ευγενικοί.

Με χαμόγελο και διάθεση να εξυπηρετήσουν παρά την μακρύωρη κόπωσή τους, έδειχναν να ταυτίζονται με την αγωνία και την ταλαιπωρία τη δική μας.


Τελικά γατί όλος αυτός ο εκνευρισμός; γιατί αυτή η έκρυθμη κατάσταση; Πρώτα γιατί δεν υπήρχε ένας αρμόδιος να δώσει διευκρινίσεις.

Δεύτερο γιατί το γραφείο λειτούργησε επιπόλαια;

Τρίτον γιατί η όλη ιστορία, απόφαση και διοργάνωση, χωλαίνει από την αρχή.

Και πάνω από όλα, γιατί κανείς δεν μας υπολογίζει σαν υπεύθυνους και σοβαρούς πολίτες.

 

 


Προτεινόμενο Video

Διαφήμιση

Επισκέπτες σε σύνδεση

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 134 guests και κανένα μέλος