dareios

«Από τούτου αρξάμενοι του χρόνου λύετε (τον κόμβον) έν εκάστης  ημέρης»

Δαρείος (Ηρόδοτος βιβλίο 4ο, στιχ. 98,2)

Ο Δαρείος ο βασιλιάς των Περσών, ύστερα από την κατάκτηση της Bαβυλώνας (516. π.Χ.), είχε αποφασίζει να εκστρατεύσει  εναντίον των Σκυθών  (514- 518 π.Χ.). Στέλνει παραγγελιά στους υποταγμένους και εξαρτώμενους απ’ αυτόν λαούς, να  του στείλουν ενισχύσεις σε στρατό  και  καράβια.  Δίνει και εντολή στον Σάμιο αρχιμηχανικό Μανδροκλή,  να ενώσει με γέφυρα  τις ασιατικές ακτές με το θρακικό Βόσπορο, - τον Βόσπορο  που κατεβάζει ψάρια - για να περάσει ο στρατός.

‘’Βόσπορον ιχθυόεντα γεφυρώσας ανέθηκεν Μανδροκλέους’’.

Μάλιστα αυτή η επιγραφή, με εντολή του Δαρείου χαράχτηκε σε αναμνηστική πλάκα.

Όμως ο Αρταβάνος, ο γυιός του Ύστάσπη (ο Ύστασπης ήταν αδελφός του Δαρείου) , τον συμβουλεύει να μη μπλέξει με τους Σκύθες:

«εχρήϊζε μηδαμώς αυτόν στρατίην επί Σκύθας ποιέεσθαι», γιατί, όπως του λέγει για να τον αποτρέψει, οι Σκύθες δεν άξιζαν αυτόν τον κόπο, αλλά και γιατί τα πράγματα δεν θα ήταν εύκολα όσο νόμιζε.

Οι Σκύθες  ήταν νομαδικός λαός,  που είχε μεταναστεύσει (8ο -7ο π.Χ. αι.) από την Κεντρική Ασία στην Νότια Ρωσία. Με κέντρο  δε την σημερινή Κριμαία, είχαν ιδρύσει μια ισχυρή αυτοκρατορία η οποία  επέζησε περισσότερο από πέντε αιώνες.

Από τον Ηρόδοτο που  είχε επισκεφθεί την περιοχή, μαθαίνομε τις σχετικές λεπτομέρειες γι’ αυτούς. Δηλαδή, πως οι  Σκύθες, ήταν  ένας ιδιαίτερα πολεμικός  λαός, με ξεχωριστές δεξιότητες στην ιππική τέχνη και ευκινησία· ικανότητες πρωτοτόγνωρες  για εκείνη την εποχή. Κρατούσαν κάτω από τον έλεγχό τους, την περιοχή  του Καυκάσου και τις καρπερές  πεδιάδες που ήταν στα βόρεια του Ευξείνου Πόντου. Στις κοινωνίες τους, είχαν καθιερώσει μια ταξική διαστρωμάτωση και στον πολιτισμό τους, καμάρωναν για τα περίτεχνα χρυσοποίκιλτα επιτεύγματα. Αυτή τη χώρα  θέλησε να κατακτήσει ο Δαρείος, όταν του είπε να το καλοσκεφθεί, ο Αρταβάνος.

Ο Δαρείος όμως είναι αμετάπειστος. Ξεκινά από τα Σούσα,  φτάνει στην ασιατική  ακτή της Χαλκηδόνας και η γέφυρα απλώνεται, από τον μηχανικό Μανδροκλή, στη Θρακική ακτή του Βοσπόρου.

700.000 στρατός και ιππικό περνούν στην αντιπέρα όχθη και 600 πλοία ακολουθούν διασχίζοντας τον Βόσπορο, πλέουν  στην Προποντίδα ή Εύξεινο Πόντο. Με κίνδυνο  περνούν ανάμεσα στις Συμπληγάδες Πέτρες ή αλλιώς Κυανέα  νησιά,  που κουνιούνται συνεχώς χωρίς διακοπή και ανάπαυλα, με τον Δαρείο καμαρωτό σε περίτεχνο θρονί να θαυμάζει από θαλάσσης το φυσικό τοπίο. Τώρα ο Δαρείος με το στρατό του απο την ξηρά  διασχίζει τη Θράκη·  φτάνει στον ποταμό Τέαρο με τις ιαματικές πηγές του. Περνά και άλλους ποταμούς και ρέματα, γιατί πολλά τέτοια έχει εκείνη η χώρα, αλλά το μεγαλύτερο ποτάμι είναι ο Ίστρος· κάτι μικρότερο από τον Νείλο, όπως λέει ο εξαίσιος Ηρόδοτος.

Το ποτάμι αυτό περνιέται δύσκολα, γιατί έχει πάντα υψηλή στάθμη· και να γιατί. Το χειμώνα πλημμυρίζει από τις  πολλές βροχές και το καλοκαίρι το νερό που χάνεται από την εξάτμιση συμπληρώνεται από τα λυωμένα χιόνια που κατεβαίνουν από το βουνό. Το ποτάμι λοιπόν είναι  βατό μόνο με γέφυρα πλωτή, και αυτή διατάχτηκαν να κάνουν οι Ίωνες μηχανικοί. Διατάχτηκαν ακόμα, μόλις περάσει ο στρατός ο περσικός, να την διαλύσουν. Όμως παρενέβη ο Κώης, ο γιός του Έρξάνδρου, που ήταν στρατηγός των Μυτιληναίων και συμμετείχε στη εκστρατεία λέγοντας «Αφησε την  γέφυρα ακέραιη βασιλιά μου, γιατί δεν ξέρεις τι μπορεί να συμβεί. Μπορεί και να μην τους βρεις, να μην τους ανακαλύψεις τους Σκύθες. Αυτοί δεν έχουν χτισμένες πολιτείες και εύκολα κρύβονται. Και τότε θα τη χρειαστείς την γέφυρα, για να γυρίσεις στην πατρίδα».

Το σκέφτηκε ο Δαρείος. Πήρε   ένα μακρύ σκοινί, έκανε σ’ αυτό κατά διαστήματα εξήντα κόμπους και είπε: «Κάθε μέρα να λύνετε ένα. Άν τους  λύσετε όλους και δεν έχω επιστρέψει ακόμη, τότε γκρεμίζετε τη γέφυρα και φεύγετε. Θα με περιμένετε όμως εξήντα μέρες· και εξήντα μέρες θα φρουρείτε τη γέφυρα». Αφού είπε αυτά στους Ίωνες έφυγε με το στρατό του, αποσπώντας μια αναμονή 60 ημερών. Σαν κάτι περίοδο χάριτος που συνηθίζεται να  λέγεται και σήμερα, από διαφορετικά πάντα στόματα, όταν αφορά  σε όχι 60  αλλά σε 100 ημερών πίστωση χρόνου. Αυτό που για μένα  πάντα θύμιζε  το καρότο,  που κρεμούν μπροστά  στα μούτρα του γαϊδάρου κοροϊδεύοντάς τον,   να κάνει υπομονή αγόγγυστα  προσμένοντας το καλύτερο και να τρέχει μέχρι να σκάσει.


Την κατάληξη της ιστορίας, την συνεχίζει  ο Ηρόδοτος με έναν θαυμαστό αφηγηματικό και γεμάτο ενδιαφέρον τρόπο. Κάποια άλλη στιγμή θα επανέλθω. Αυτό δε έρχεται όταν μετά από πολλές περιπέτειες ο Δαρείος γυρίζει άπρακτος·  μόλις μάλιστα είχε λήξει η πίστωση χρόνου.  Αλλά οι Ίωνες, εδώ απλός λαός,  τον περίμεναν και δεν τον εγκατέλειψαν. Βλέπετε εκεί πατούν πάντοτε οι άρχοντες: στην φιλοτιμία των λαϊκών απλών ανθρώπων. Πατούν σ’ αυτή τη φιλοτιμία, γιατί εκείνοι ποτέ δεν την  είχαν, αλλά και γιατί πάντα τη θεωρούσαν και την θεωρούν βλακεία.


–––––––––––––

Βοηθήματα

1)  Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρού Μπριτάννικα

2 ) Ηροδότου Ιστορίαι  βιβλ. 4ο  Εκδ. Γκοβόστη  1992

Προτεινόμενο Video

Διαφήμιση

Επισκέπτες σε σύνδεση

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 113 guests και κανένα μέλος