«Δός νν μοι Φιλότητα καί μερον, τε σύ πάντας δαμνᾷ ἀθανάτους ἠδέ θνητούς ἀνθρώπους».

(Όμηρος, ΙΛΙΑΣ, Ξ 198-199)

 

Με αυτά τα λόγια προσπαθεί η πότνια (= σεβάσμια) Ήρα να ξεγελάσει την Αφροδίτη, την κόρη του Δία, για να ξελογιάσει το σύζυγό της Δία, προκειμένου να βοηθήσει τους Αχαιούς που πιέζονται από τους Τρώες.

«Χάρισέ μου, Αφροδίτη, τον έρωτα και τον πόθο, που μαυτόν εσύ δαμάζεις τους αθανάτους και τους θνητούς ανθρώπους».

«Δίκαιος ρως νυβρίστως φίεσθαι τν καλν».

(Δημόκριτος, 460 - 370, Fragment, 73)

(= Ο δίκαιος έρωτας επιθυμεί τα ωραία χωρίς να τα προσβάλει).

Ο ανιδιοτελής έρωτας είναι μια αμοιβαία προσφορά χωρίς ανταλλάγματα.

Ο γνήσιος, άδολος έρωτας δεν προσφέρει τίποτε παρά μόνο τον εαυτό του και δεν δέχεται τίποτα παρά μόνο από τον εαυτό του!

«Κερδέων δέ χρή μέτρον θηρευέμεν· προσίκτων δ᾽ἐρώτων ξύτεραι μανίαι».

(Πίνδαρος, 522 / 518 - 438, Νεμεόνικος 11, 48)

(= δεν πρέπει να κυνηγάμε τα υπέρμετρα κέρδη· έρωτες ανέφικτοι/ανανταπόκριτοι προκαλούν ακαταμάχητους πόθους).

 

Τα πάθη (+ τα συναισθήματα) είναι το κριτήριο, με το οποίο κρίνουμε τα αιρετέα και τα φευκτέα, είναι τα ελατήρια / κίνητρα που μας ωθούν στο να πράττουμε κατά προτίμηση τούτο και να αποφεύγουμε εκείνο· και συνήθως πράττουμε ό,τι μας ευχαριστεί και αποφεύγουμε ό,τι μας δυσαρεστεί.

Σύμφωνα με αυτή την έμφυτη τάση προς το ευχάριστο, θέτει ο Επίκουρος ως ύψιστο σκοπό του ανθρώπου το: «δέως καί μακαρίως ζν»

Αρχή και τέλος του «μακαρίως ζν» (= ευδαιμόνως) θεωρεί την ηδονή. Προϋπόθεση δηλαδή και σκοπό της ευτυχισμένης ζωής.

«τήν δονήν ρχήν καί τέλος λέγομεν το μακαρίως ζν· ταύτην γάρ γαθόν πρτον καί συγγενικόν (σύμφυτον) γνωμεν καί πό ταύτης καταρχόμεθα πάσης αρέσεως καί φυγς καί πί ταύτην καταντμεν, ς κανόνι τ πάθει (τ δον) πν γαθόν κρίνοντες».

(Επίκουρος, 341-270, “επιστολή προς Μενοικέα, § 128-129)

(= και γι’ αυτό την ηδονή τη λέμε αρχή και σκοπό της μακαρίας ζωής· γιατί αυτή την αναγνωρίζουμε πρώτο και γεννημένο μαζί μας αγαθό και απ’ αυτήν ξεκινάμε για κάθε προτίμηση και αποφυγή και σ’ αυτήν κατασταλάζουμε παίρνοντας ως κανόνα το συναίσθημα, για να βαθμολογήσουμε το κάθε αγαθό).

 

«Όταν λοιπόν, λέμε πως η ηδονή είναι σκοπός της ζωής δεν εννοούμε τις σωματικές ηδονές των ασώτων, ούτε τις προερχόμενες από τις απολαύσεις, όπως νομίζουν μερικοί απληροφόρητοι (= ημιμαθείς) ή αντίθετοι ή όσοι παρεξηγούν τις γνώμες μας. Αλλά το να μην υποφέρουμε στο σώμα και να μην ταραζόμαστε στην ψυχή.

Δεν είναι τα μεθύσια και τα αδιάκοπα ξεφαντώματα, ούτε οι απολαύσεις αντρών και γυναικών, ούτε ψαριών και των άλλων, όσα προσφέρει πλούσιο τραπέζι που γεννούν την ευχάριστη ζωή (= ηδύν βίον), αλλά ο νηφάλιος λογισμός (= νήφων λογισμός) που ερευνά στο βάθος τις αιτίες για την κάθε προτίμηση ή αποφυγή, και διώχνει τις φαντασιοκοπίες (=δοξασίες) που είναι αφορμές για τις μεγάλες ψυχικές ταραχές. Αρχή όλων αυτών είναι η ΦΡΟΝΗΣΗ που είναι το μεγαλύτερο αγαθό. Γι’ αυτό ψηλότερα και από τη ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ στέκεται η ΦΡΟΝΗΣΗ, και απ’ αυτή ξεκινούν οι άλλες αρετές, που διδάσκουν πως δεν μπορεί να ζει κανείς ευχάριστα χωρίς να ζει φρόνιμα, ηθικά και δίκαια, ούτε μπορεί να ζει φρόνιμα, ηθικά και δίκαια, όταν δεν έχει και τα ευχάριστα (νευ το δέως). Γιατί οι αρετές και η ευχάριστη ζωή από την ίδια ρίζα φυτρώνουν (συμπεφύκασι), και η ευχάριστη ζωή είναι αχώριστη απ’ αυτές.

 

(Επίκουρος, 341-270, “Επιστολή προς Μενοικέα” § 131 - 132)

Ο Επίκουρος θέτει ως σκοπό του ανθρώπινου βίου, την ψυχικήν κυρίως ηδονήν, την λεγόμενη «καταστηματική ηδονή», ήτοι την αρνητική ηδονή, η οποία απομακρύνει τον πόνο (άλγος - αλγηδών) από το σώμα και την ταραχή από την ψυχή και προκαλεί / επιφέρει την ψυχική εκείνη κατάσταση που καλεί “αταραξίαν”.

Δεν αποκλείει όμως εντελώς ο Επίκουρος και την θετική, ήτοι τη σωματική ηδονή από τις απολαύσεις που οι Κυρηναϊκοί φιλόσοφοι του Αριστίππου αποκαλούν “εν κινήσει ηδονή” (πρόσκαιρος) εφόσον αυτή είναι έμφυτος ανάγκη.

 

Η ηδονή όμως αυτή πρέπει να χαλιναγωγείται από τον νήφοντα λόγον (=νηφάλιο στοχασμό, καθαρό μυαλό, σκέψη) και να βρίσκεται υπό τον έλεγχο της φρόνησης.

Θεωρώντας την ηδονή ως αταραξία της ψυχής, προσπαθούσε να απομακρύνει όλα εκείνα τα αίτια που κατά την κρίση του γεννούν στις ψυχές των ανθρώπων την ταραχή και τον θόρυβο, τους κενούς φόβους και τις κενές ελπίδες.

 

Κι αυτό το επεδίωκε με τη φυσική και την περί θεών διδασκαλία του, διδάσκοντας ότι όλα τα φυσικά και μετεωρολογικά φαινόμενα συμβαίνουν σύμφωνα με κάποιους φυσικούς νόμους, ενώ οι θεοί καμμία σχέση δεν έχουν με τον κόσμο, ούτε ανακατεύονται στα ανθρώπινα πράγματα.

«θεοί μέν γάρ εσίν· ναργής γάρ ατν στιν γνσις»

(Επίκουρος, § 123)

(= γιατί οι θεοί υπάρχουν, η αναγνώριση όμως της ύπαρξής τους στηρίζεται στην ενάργεια (σαφήνεια, ευκρίνεια)

Οι περισσότεροι άνθρωποι για να ορίσουν την έννοια του θεού παίρνουν ως μέτρο τον εαυτό τους και θεωρούν πως ό,τι διαφέρει από τους ίδιους είναι ξένο και για τους θεούς.

 

Για να αγαπήσει κανείς τον Επίκουρο και να τον καταλάβει πρέπει να διαθέτει ανθρωπισμό. Ο βιογράφος του, Διογένης ο Λαέρτιος, μας λέει ότι οι φίλοι του ήταν τόσοι πολλοί στον αριθμό, ώστε δύσκολα μπορούσαν να μετρηθούν από όλες τις πόλεις.

«οἵ τε φίλοι τοσοῦτοι τό πλῆθος ὡς μηδ᾽ἄν πόλεσιν ὅλαις μετρεῖσθαι δύνασθαι».

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ., «Βίοι Φιλοσόφων», βιβλίο 10, 9,3)

Ανάγκη σήμερα ζωτική και επιτακτική είναι οι άνθρωποι να επι-κουρίσουν (= να μιμηθούν τον επίκουρο, να ασπαστούν τις φιλοσοφικές του ιδέες, την ηθική και πρακτική του διδασκαλία), αν θέλουν πραγματικώς να ευτυχήσουν και να βρουν το νόημα της ψυχικής υγείας, της ήρεμης - νηφάλιας γαλήνιας πνευματικής ζωής χωρίς «αναταράξεις» επίγειες και ουράνιες.

 

Την Ευτυχία του ανθρώπου την συνέδεε άμεσα με την Ελευθερία του. Μόνο με την ελεύθερη βούλησή του ο άνθρωπος και ΟΧΙ από ανάγκη θα κάνει τις ορθές επιλογές, συνυπολογίζοντας τα φυσικά του όρια και μη ξεπερνώντας το μέτρο, την παραδοσιακή Αρχή της Μεσότητας. Κι αυτές οι ορθές επιλογές θα οδηγήσουν στην αποδέσμευση από κάθε σωματικό πόνο ή ψυχική διαταραχή. Αυτό συνιστά την υπέρτατη ηδονή: να μην έχεις ανάγκη ούτε περισσότερη σωματική ευεξία απαυτήν που νιώθεις, ούτε μεγαλύτερη αταραξία απ’ αυτή που βιώνεις, άρα εσωτερικό βίωμα η επικούρεια αταραξία και όχι η απάθεια των στωικών.

Αυτό ήταν το επικούρειο όραμα.

 

Να απελευθερώσει τους ανθρώπους από τον πόνο και συγχρόνως να τους διασφαλίσει την αταραξία, δηλαδή την υπέρτατη ευτυχία. Ένα όραμα απαλλαγμένο από δεισιδαιμονίες και μεταφυσικές, εξωλογικές και σωτηριολογικές επεμβάσεις.

 

Καλή Επικουρικότητα με την “κηπευτική” του Επίκουρου!!!

Λάθετε βιώσαντες ή (και γιατί όχι και) απο-βιώσαντες.

Εύχομαι

Αντι-δανειστική & Αντι-μνημονιακή χρονιά

με πολλή μελέτη και ολίγη μιζέρια!

ς νέωτα!!!

Πέτρος Ιωαννίδης

καθηγητής φιλόλογος 2ου Λυκείου Βούλας

Προτεινόμενο Video

Διαφήμιση

Επισκέπτες σε σύνδεση

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 137 guests και κανένα μέλος