Ο ναός του Επικουρίου Απόλλωνα, αποτελεί ένα αριστούργημα της τέχνης του Ικτίνου


Στο περασμένο άρθρο είχαμε τονίσει, πως ο Παυσανίας, θεωρούσε τον ναό του Επικουρίου Απόλλωνα στις Βάσσες, σαν τον ωραιότερο ναό μεταξύ των ναών της Πελοποννήσου.

Και αυτό, λόγω της ομορφιάς της πέτρας του και της συμμετρίας των αναλογιών του.

Ο ναός αυτός, σε μια απότομη στροφή του ανηφορικού μας δρόμου πρόβαλε μοναχικός καi απομονωμένος ανάμεσα στα ψηλά βουνά της Δυτικής Αρκαδίας,.

Κατά τα χριστιανικά χρόνια είχε καταφέρει να γλυτώσει χωρίς να καταστραφεί και να διαλυθεί από τη μήνι των θρησκευτικών φανατικών.

Αλλά όταν   ένας σεισμός τοπικός παρενέβη και συμμάχησε με τον χρόνο, επήλθε η μερική έως μεγαλύτερη κατάρρευση του.

Πάλι όμως το δυσπρόσιτο και απόκρημνο της περιοχής, απέτρεψε τους όποιους επιδόξους στην ολοκληρωτική εξαφάνιση του,   όσον αφορά την μεταφορά των αρχαίων μαρμάρων και ασβεστολιθικών ογκολίθων για οικοδομική εκμετάλλευση.

Το 1814, τυχοδιώκτες “φιλέλληνες’’ από τη πολιτισμένη Δύση, έσπευσαν να διαλύσουν και να οικειοποιηθούν, αυτό το όσο μέχρι εκείνη τη στιγμή, είχε σεβαστεί η φύση.

Κατά βάση αυτοί ήσαν αρχαιοκάπηλοι, ανέλαβαν δε την εκσκαφή, υπό   την μορφή μιας μικτής κερδοσκοπικής υποτυπώδους εταιρείας, μεταξύ δε αυτών ευρέθησαν και δεινοί επιστήμονες, όπως οι   Στάκελμπεργκ και Κόκκερελ, αλλά και αυτοί απεδείχθησαν βυθισμένοι στον άκρατο τυχοδιωκτισμό. Τελικά λεηλάτησαν εν γνώσει και με τη συνεργασία του ντόπιου ελληνικού πληθυσμού τον αρχαίο ναό. Τα κλαπέντα αρχαιολογικά ευρήματα τα πούλησαν σε πλειστηριασμό στον βασιλικό οίκο της Αγγλίας για να στολίσει κατά το σύνηθες τα μουσεία του. Το εύλογο δε ερώτημα είναι ότι «ναί διηρπάγησαν, αλλά μήπως και εν τη ουσία διασώθηκαν από την ελληνική αδιαφορία, τον ντόπιο γνωστό   κερδοσκοπισμό την αμάθεια ή και τον θρησκευτικό μας αναχρονιστικό και θρησκευτικό φονταμελισμό;

Η περαιτέρω συζήτηση είναι φυσικά οδυνηρή, αλλά και εκφεύγει του παρόντος.

Ο οδοιπόρος και νομικός στο επάγγελμα, Εμμανουήλ Λυκούδης ο οποίος είχε επισκεφθεί στις Βάσσες τον ναό μόλις πρίν από το 1900, μας δίνει την γεωγραφική οριοθέτησή του. «Κείται σε υψόμετρο 1.130 μέτρων. Προς βορράν έχει σαν προστατευτικό τοίχωμα το Κοτίλιο όρος, προς ανατολάς το όρος Λυκαίον, από μακρυά αγναντεύεται λευκοσκεπής ο Ταύγετος. Νότια και μεσημβρινά οι πεδιάδες της Μεσσηνίας. Και πιο μακρυά η Μεσόγειος. Στα πόδια του και προς δυσμάς, η κοιλάδα του Κοτιλίου, και τα οφιοειδή νερά με τους καταρράκτες του ποταμού της Νέδας, που κυλούν διαχωριστικά ανάμεσα σε Μεσσηνία και Ηλεία στην προσπάθεια τους να χυθούν στο Ιόνιο πέλαγος».

Ο ναός του Επικουρίου Απόλλωνα, αποτελεί όπως προείπαμε   αριστούργημα της τέχνης του Ικτίνου. Από δε το 1986, έχει χαρακτηρισθεί από την Ουνέσκο ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς.

Το όλο αναστηλωμένο επίτευγμα του ναού, προφυλάσσεται από μια ισχυροτάτη καλαίσθητη και μηχανικά εντυπωσιακή κατασκευή, τύπου τέντας ανοιχτού σκεπάστρου. Κάτω από την τέντα, προβάλει πανύψηλος ο ναός, επιβλητικά όρθιος και σχεδόν πλήρως     αναστηλωμένος. Κατά την αναστήλωση, χρησιμοποιήθηκαν με σεβασμό όλα τα υπάρχοντα αρχαία υπολείμματα των ασβεστολιθικών ογκολίθων και μαρμάρων, με απόλυτη την ενδεικτική χρονολογική τους επισήμανση και διάκριση.

Ο ναός φαίνεται να χτίστηκε γύρω στο 420 με 410 π.Χ. σαν δε γενική δομική ύλη έχει τον τοπικό ασβεστόλιθο, ο οποίος είναι ιδιαίτερα ευάλωτος στις καιρικές μεταβολές και στην αδυσώπητη φθορά εκ του χρόνου.

Ο ναός παρουσιάζει χαρακτηριστικές αρχιτεκτονικές ιδιότητες.

Πρώτα πρώτα ο προσανατολισμός του. Η είσοδος δεν είναι οριοθετημένη όπως σε άλλους ναούς προς την ανατολή, αλλά προς τον   βορρά, με μικρή απόκλιση προς ανατολάς.

Κατά τον θρύλο δε, αυτός ο ιδιάζων προσανατολισμός οφείλεται στο να τιμηθεί ο Απόλλων, ο οποίος με τον βόρειο άνεμο που χάρισε, κατέστειλε την επιδημία η οποία εμάστιζε τη Φιγάλεια. Οι κάτοικοι σε ευγνωμοσύνη έχτισαν και αφιέρωσαν σε αυτόν τον ναό, αποκαλώντας τον θεό, Επικούριο,   με άλλα λόγια προστάτη και πολιούχο της περιοχής.

Ο ναός είναι περίπτερος και εξωτερικά δωρικός, δηλαδή γύρω γύρω έχει κίονες δωρικού ρυθμού. Μακρόστενος με 15 αντί τους συνήθεις 13 κίονες στην κάθε επιμήκη πλευρά του και ανά πέντε στη βραχύτερη, όπου και η μεταξύ τους απόσταση είναι μεγαλύτερη των άλλων. ΄Ολοι δε οι κίονες αυτοί έχουν ύψος εξι μέτρων. Η σε μήκος περίπτερη δομή καταγράφεται σε 39, 87 επί 16,13 μέτρα. Αλλά οι μετώπες των εξάστηλων πλευρών δεν είναι λαξευμένες.

Ο ναός δεν είναι ευρύς σε χώρο,   γιατί σκοπός του ήταν   να στεγάσει μόνο το λατρευτικό άγαλμα του θεού και όχι το εκκλησίασμα ολόκληρο.

Μέσα στον σηκό του ναού, υπάρχουν ημικίονες, (κίονες κατά μήκος κομμένοι) οι οποίοι καλύπτουν   πέντε δίκην γλώσσας τοιχικές προεξοχές της ανατολικής και δυτικής πλευράς. Και αυτοί οι ημικίονες είναι ιωνικού ρυθμού. Οι δύο εξ αυτών, που αντιστοίχως έρχονται μπροστά στο άδυτο, στρέφουν σε κλίση 45 μοιρών και σαν θύρες μερικώς τονίζουν την είσοδο προς αυτό. Ανάμεσά τους και λίγο πιο μπροστά από τη μέση της εισόδου προς το άδυτο, υπάρχει ένας πλήρης κίονας κορινθιακού ρυθμού. Τα επιστήλια των κιονοκράνων του σηκού, φέρουν ή μάλλον εφεραν την κλαπείσα ζωφόρο ή ζωοφόρο, η οποία ως ευρισκομένη εσωτερικά του ναού συμπληρώνει την ιδιαιτερότητα της αρχιτεκτονικής του. Στη ζωοφόρο αναπαρίσταται η μάχη Κενταύρων και Λαπίθων και η μάχη του Θησέα με τις Αμαζόνες.   Το κιονόκρανο του κορινθιακού κίονα, παρουσίαζε εκτροπή από τη συνήθη κορινθιακή τεχνική. Το κιονόκρανο αυτό όμως άγνωστον πως, έχει απολεσθεί,   λέγεται κατά την μεταφορά του προς φυγάδευση, από Έλληνες ντόπιους, αλλά την εικόνα του όπως και όλων των άλλων, την πληροφορούμεθα από διασωθέν ιχνογράφημα ζωγράφου αρχαιολόγου που συμμετείχε στην εξόρυξη.  

Μέσα στο άδυτο και κοντά στον ελεύθερο μοναχικό κορινθιακό κίονα, λέγεται ότι υπήρχε το άγαλμα του Απόλλωνα, το οποίο όμως κατά την παράδοση, είχε για λόγους ασφαλείας φυγαδευτεί ήδη από την αρχαία ακόμη εποχή στη   Φιγάλεια και έκτοτε εξαφανίστηκε. Το άδυτο κλείνει με τοίχο από τον οπισθόδομο χωρίς θύρα επικοινωνίας.

Τον ναό αυτόν, για πρώτη μου φορά, μόλις τώρα τον επισκέφτηκα και ένοιωσα ντροπή γι’ αυτό. Τώρα όμως με το να τον περιγράψω   εξιλεώθηκα.

Στο επόμενο θα μιλήσομε για το εργαστήρι τού Φειδία στην Ολυμπία.




Βοηθήματα

1) Εγκυκλ. Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα

2) Εμ. Λυκούδης: “Οδοιπορικαί Εντυπώσεις’’ Εκδ Κολλάρος 1920

3)Παυσανίας: “Περιηγήσεις. Αρκαδικά”, Εκδοτική Αθηνών.

4) O. M. von Stackelberg : ‘’Der Apolotemp zu Bassae in Arkadien’’ 1826

5) Catherina Phil. Bracken: “Antiquities acquired”, Εκδ.   David & Charles Ltd London

Προτεινόμενο Video

Διαφήμιση

Επισκέπτες σε σύνδεση

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 131 guests και κανένα μέλος