Σε κάθε σπίτι ελληνικό, απ’ τη Θεσσαλία και κάτω, είτε σε κάποιον τοίχο στο σαλόνι, είτε σ’ ένα παλιό ξεχασμένο άλμπουμ, υπάρχει η φωτογραφία ενός στρατιώτη των Βαλκανικών Πολέμων. Τότε που ο ελληνικός στρατός λευτέρωνε την Ήπειρο και τη Μακεδονία...

 

Πόσα τέτοια ποτήρια θα πιούμε ακόμα;

 

     Σε κάθε σπίτι ελληνικό, απ’ τη Θεσσαλία και κάτω, είτε σε κάποιον τοίχο στο σαλόνι, είτε σ’ ένα παλιό ξεχασμένο άλμπουμ, υπάρχει η φωτογραφία ενός στρατιώτη των Βαλκανικών Πολέμων. Τότε που ο ελληνικός στρατός λευτέρωνε την Ήπειρο και τη Μακεδονία. Είναι η φωτογραφία του παππού, του προπάππου. Κι είναι αυτοί οι χιλιάδες στρατιώτες, παππούδες και προπάπποι όλων μας. Γιατί στα πανέμορφα μακεδονικά και ηπειρώτικα τοπία όσοι έχουν σεργιανίσει στις διακοπές τους, πάτησαν τα χώματα που εκείνοι πότισαν με το αίμα τους για να τα λευτερώσουν.

      Στάσου μπροστά στον τοίχο που στολίζει η φωτογραφία του πολεμιστή προγόνου σου· ψάξε και βρες την στο παλιό ξεθωριασμένο άλμπουμ. Κοίταξέ τον στα μάτια και πες του, πως έκανες ό,τι μπορούσες για να μην ξεπουληθεί το όνομα κι η ιστορία της Μακεδονίας, που εκείνος κι οι συμπολεμιστές του λευτέρωσαν. Αντέχεις να τον κοιτάξεις στα μάτια; Δεν το νομίζω.

   Για τον καθέναν από μας,  υπάρχουν δύο θάνατοι· ο φυσικός και η λησμονιά. Τώρα ξαναπεθαίνουν οι πολεμιστές του 1912-13· στη λησμονιά της αγνωμοσύνης και της αδιαφορίας μας.

Τι άντρες γενήκαμε και τι γυναίκες; Μπερδέψαμε τις έννοιες του άντρα και της γυναίκας μ’ εκείνες τ’ αρσενικού και του θηλυκού. Όμως αρσενικά και θηλυκά λογίζονται τα ζώα, όχι οι άνθρωποι. Πόση σχέση έχουμε σήμερα μ’ εκείνους τους άντρες και τις γυναίκες που τα γονίδιά τους κυλούν στο αίμα μας; Εκφυλισθήκαμε ως έθνος, ας το δεχθούμε. Αφεθήκαμε να εκφυλισθούμε. Κι οι εκπρόσωποί μας εκφυλισμένοι κι αυτοί, κατ’ εικόνα και ομοίωσή μας. Έχουμε τους κυβερνήτες που μας ταιριάζουν και μας αξίζουν. Αν μας άξιζε κάτι καλύτερο θα το είχαμε. Ένα έθνος γερασμένο είμαστε, που παρέδωσε τις τύχες του και την ενοχλητική ευθύνη της διαχείρισής τους σε άλλους. Μέχρι και την ευθύνη της σκέψης εκχωρήσαμε σε άλλους· να σκέπτονται και ν’ αποφασίζουν για λογαριασμό μας. Κουραστική δουλειά η σκέψη!

      Συνηθίσαμε τη σφαλιάρα, την προσβολή, την ατίμωση. Τις βαφτίσαμε μετριοπάθεια, ρεαλισμό, υπευθυνότητα. Μας περιμένουν και χειρότερα. Η σκυφτή, κουρασμένη και μαλθακή όψη μας θ’ αποθρασύνει όλο και πιο πολύ τους άρπαγες. Θα ζητούν όλο και πιο πολλά. Και θα τα παίρνουν, μέχρι η πλάτη μας να πιάσει τοίχο από το πίσω-πίσω, και η αξιοπρέπειά μας πάτο. Ό,τι κερδίσαμε ως έθνος το κερδίσαμε μ’ αγώνες και θυσίες. Ό,τι χάσαμε, το χάσαμε με τα χέρια κατεβασμένα. Οπως τώρα.

      Καθήσαμε ποτέ να σκεφθούμε τι παράδειγμα δίνουμε στα παιδιά μας; Εκείνο του ριψάσπιδος! Μας απεικονίζει, τόσο παραστατικά ο Κώστας Χατζής σ’ εκείνο το παλιό τραγούδι του: «κι εμείς οι τρεις στον καφενέ, τσιγάρο, πρέφα και καφέ, βρε δεν βαριέσαι, δεν βαριέσαι αδερφέ».


      Σ’ ένα βυζαντινό εκκλησάκι, στην παλιά πόλη της Καστοριάς, αξιώθηκα της τιμής πριν από τρία χρόνια να προσκυνήσω στον τάφο του Παύλου Μελά. Παράτησε και τα καλά του και την οικογένειά του κι ήρθε να πεθάνει στη Μακεδονία για τη λευτεριά της. Χιλιόμετρα πιο πέρα, στο χωριό Άγρας, κοντά στο φράγμα του ομώνυμου ποταμού, βρίσκονται οι τάφοι του Μακεδονομάχου Τέλλου Άγρα και του Μακεδόνα υπαρχηγού του Τώνη Μίγγα. Ο Άγρας δέχθηκε να συναντηθεί με τον Βούλγαρο κομιτατζή Ζλατάν για να μιλήσουν. Τα παλληκάρια του, με πρώτο τον Μίγγα προσπάθησαν να τον αποτρέψουν. «Είναι μπαμπέσηδες καπετάνιε, μην πας». Πήγε. Και μαζί του κι ο Τώνης ο Μίγγας κι ας ένιωθε το τέλος. Τον έπιασαν τον Άγρα κι άρχισαν να τον βασανίζουν. Ο Ζλατάν είπε στον Μίγγα να φύγει. «Δεν έχω τίποτα μαζί σου, φύγε». «Πάω όπου πάει κι ο καπετάνιος μου», είπε κι έμεινε.

Τους βασάνισαν κι ύστερα τους κρέμασαν από τα κλαριά μιάς καρυδιάς. Το Γενικό Επιτελείο Στρατού επίχρισε με ειδικό κονίαμα το δέντρο κι έτσι υπάρχει ακόμα πίσω από τους τάφους των εθνομαρτύρων. Ένιωθα πολύ μικρός, πολύ λίγος, όταν προσκύνησα στους τάφους τους. Ένιωθα πως ούτε κατά διάνοια δεν είχα πράξει το χρέος μου απέναντί τους.


      Η Μακεδονία είναι γεμάτη από τέτοιους τάφους. Αυτή η Μακεδονία που άλλοι λευτέρωσαν με το αίμα τους κι άλλοι σήμερα παραδίδουν αμαχητί το όνομα και την ιστορία της, επειδή στις φλέβες τους δεν τρέχει αίμα, αλλά κόκα-κόλα.

 


Προτεινόμενο Video

Διαφήμιση

Επισκέπτες σε σύνδεση

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 272 guests και κανένα μέλος