Να πω εισαγωγικά, ότι καθιερώνουμε αυτήν εδώ τη στήλη, γιατί το Σύνταγμα είναι ο θεμελιώδης νόμος του Κράτους δικαίου και πρέπει να το γνωρίζουν ΟΛΟΙ οι πολίτες. «Το συνταγματικόν δίκαιον δεν εφαρμόζεται αποκλειστικώς υπό νομικών· εφαρμόζεται υφ’ ολοκλήρου λαού», κατά τον Ν. Ν. Σαρίπολο1.

Το Σύνταγμα είναι η παράθεση θεμελιωδών κανόνων δικαίου, με χαρακτηριστικά που καθορίζουν ιδιαίτερα και κυρίως,

α) τη μορφή του πολιτεύματος και την πηγή της εξουσίας (αρθρ.1).

β) τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του πολίτη, ως ατόμου, αλλά και ως συνιστώσας μονάδος του κοινωνικού συνόλου (αρθρ. 2 έως 25).

γ) την οργάνωση και λειτουργίες της πολιτείας (26-29).

δ) τα θεσμικά όργανα της πολιτείας (την ανάδειξή τους, τις μεταξύ τους σχέσεις, τις υποχρεώσεις τους, τις ευθύνες τους, τους βασικούς κανόνες λειτουργίας τους (Πρόεδρος Δημοκρατίας, Πρωθυπουργός, Κυβέρνηση, Βουλή - βουλευτές - οργάνωση και λειτουργία, καθήκοντα και δικαιώματα (αρθρα 30-86), ειδικό τμήμα του Σ. Αναφέρεται στην τρίτη εξουσία, τη δικαστική (87-100), και άλλο στη Δημόσια Διοίκηση (101-104). Συμπληρώνεται με ειδικές διατάξεις. Τέλος ολοκληρώνεται με την “ακροτελεύτια διάταξη”, το άρθρο 120, το παλιό 1-1-4, πάνω στο οποίο θα κάνουμε ειδική αναφορά.

Να τονίσουμε ότι όλοι οι νόμοι, τα Διατάγματα και οι Υπουργικές Αποφάσεις πρέπει να είναι συμβατά με τους κανόνες του Συντάγματος. Δεν μπορεί να υπάρχει Νόμος, Διάταγμα, Αποφάσεις, Διατάξεις, Πράξεις ή παραλείψεις οιουδήποτε λειτουργού, οργάνου ή υπαλλήλου αντίθετες προς το Σύνταγμα και το πνεύμα του Συντάγματος, ή που να μη στηρίζονται σ’ αυτό.

 

Να πω ακόμη ότι δεν είμαι Συνταγματολόγος και πολύ περισσότερο “καθηγητής”. Στερούμαι τίτλων. Εχω όμως επίγνωση της βαρύτητας δημοσίευσης των απόψεων και των γνώσεών μου. Εχω, όπως γνωρίζετε αδυναμία στην τεκμηρίωση, αλλά και σεβασμό στην διαφορετική άποψη ειδικού ή μη, αρκεί να είναι επίσης τεκμηριωμένη. Δεν μεταφέρω “γνώσεις”, αλλά “σπόρους” δεδομένων, και σκέψεις, ως τροφή για διαλογισμό και διάλογο.

Να ‘χετε εμπιστοσύνη σ’ αυτά που γράφω κρατώντας τις επιφυλάξεις σας ή ακόμα και τη δυσπιστία σας «γιατί όποιος νομίζει ή πιστεύει πως μόνος αυτός σκέφτεται, ή έχει ευφράδεια και ψυχή, που δεν έχει άλλος κανένας, αυτοί αν εξεταστούν καλύτερα, αποκαλύπτονται άδειοι» (“φελλοί”) Σοφοκλέους Αντιγόνη, σελ. 707 κ.ε.

 

Η ΔΕΔΗΛΩΜΕΝΗ

και η αρχή της πλειοψηφίας

 

Κατά τη διάρκεια των διεργασιών των διερευνητικών εντολών, προς το δεύτερο, κυρίως, κόμμα (το ΣΥΡΙΖΑ), πολύς λόγος έγινε για τον αριθμό των ψήφων εμπιστοσύνης που απαιτείτο στη Βουλή, για το σχηματισμό Κυβερνήσεως.

 

Πολλοί πολιτικοί και Συνταγματολόγοι διετείνοντο ότι μπορεί να θεωρηθεί πως η κυβέρνηση απολαύει της εμπιστοσύνης της Βουλής, αν λάβει τα 2/5 του συνόλου των βουλευτών, δηλαδή 120 ψήφους. «Αντε, 121» ισχυρίσθηκε Συνταγματολόγος, αλλά και τα κόμματα Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, αρκεί ν’ απουσιάζουν 60 βουλευτές (το 1/5 των 300). Δηλαδή, κατά την άποψή τους, μπορούν να σχηματισθεί Κυβέρνηση μειονοψηφίας με τεχνητό οφσάιντ!

Αυτό κατά την άποψή μας είναι απολύτως λανθασμένο διότι:

1ον Καταργεί την “αρχή της δεδηλωμένης” εμπιστοσύνης της πλειοψηφίας της Βουλής, που καθιερώθηκε με το “λόγο του θρόνου” κατά την έναρξη της α’ συνόδου, της Ζ΄' περιόδου της Βουλής, το 1875. Επίτευγμα του Χαρ. Τρικούπη, με το άρθρο του «τις πταίει;» θα γυρίζαμε λοιπόν στους πρώτους χρόνους βασιλείας του Γεωργίου του Α’

2ον Καταργεί την παράγραφο 2 του αρθρου 37 του Σ., που το ‘χουν κυριολεκτικά κατακρεουργήσει, με αστήρικτες δικαιολογίες και παράλογους ισχυρισμούς, κατά το δοκούν και συμφέρον. Το εν λόγω άρθρο ορίζει ρητά πως «Πρωθυπουργός διορίζεται ο αρχηγός του κόμματος το οποίο διαθέτει στη Βουλή την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών».

“Απόλυτη”, σε αντίθεση με την “σχετική” πλειοψηφία, σημαίνει το 50% συν μια επί του συνόλου των βουλευτών και όχι των “παρόντων”. Αυτή είναι η “σχετική” πλειοψηφία.

Τούτο είναι απολύτως λογικό γιατί στηρίζεται στην αρχή της δημοκρατικής λήψης των αποφάσεων. Επί ήσσονος σημασίας θεμάτων, για πρακτικούς λόγους, γίνεται δεκτή και η σχετική πλειοψηφία, των παρόντων δηλαδή.

3. Ο ισχυρισμός αυτών που κατά την άποψή τους, αρκούσε η σχετική πλειοψηφία, περιοριζομένη πάντως στο κατώτατο όριο των 2/5, στηρίζεται στο άρθρο 84 του Σ. που λέει ότι «Η Κυβέρνηση οφείλει να έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής», την οποία οφείλει να ζητήσει εντός 15θημέρου, αλλά «μπορεί και να την ζητεί και οποτεδήποτε άλλοτε». Για ν’ ανανεώσει προφανώς την εμπιστοσύνη αυτή (άρθρ. 84 παρ. 1). Το άρθρο 84 αναφέρεται κυρίως στην ανανέωση της εμπιστοσύνης της Βουλής προς την κυβέρνηση, ως συνόλου (παρ.1) και στην περίπτωση αυτή προβλέπει και δικαιολογημένα, τη σχετική πλειοψηφία των 2/5 (παρ. 6). Επιπλέον και σημαντικό είναι ότι το άρθρο αυτό προβλέπει τη διαδικασία άρσης της εμπιστοσύνης της Βουλής προς την Κυβέρνηση ως συνόλου, αλλά και επιμέρους μελών της (Υπουργούς - Υφυπουργούς), αλλά η «πρόταση δυσπιστίας γίνεται δεκτή, μόνον αν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών» (παρ. 6β).

Περιορίζω αναγκαστικά την ανάλυση, μη παραλείποντας να τονίσω ότι και ο αείμνηστος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Υπουργός στην Κυβέρνηση της μεταπολίτευσης και εισηγητής της μειοψηφίας για το Σύνταγμα του 1975, Δημήτρης Τσάτσος, έχει την ίδια άποψη προσδίδουσα το ανάλογο κύρος σ’ όσα παραπάνω ισχυρίσθηκα περιληπτικά3.

 

1. Ν.Ν. ΣΑΡΙΠΟΛΟΥ: «Σύστημα Συνταγματικού και Γενικού Δικαίου», εκδ. Σάκουλα, σελ. 370-375.

2. Εφημ. Καιροί, 29/6/1874.

3. Δ.Θ. Τσάτσος: “Συνταγματικό Δίκαιο”κ, 1982, εκδ. Σάκουλα, σελ. 370-375.

 

Προτεινόμενο Video

Διαφήμιση

Επισκέπτες σε σύνδεση

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 254 guests και κανένα μέλος